Τα Πενηντάχρονα Της Ελλάδας

 Μιας που η Ελλάς κλείνει πενήντα χρόνια παρουσίας το 2024 στον Διαγωνισμό, ας πούμε δυο-τρία σχετικά λόγια μ’ αυτό κι ας κάνουμε αναδρομή σε όλα όσα ζήσαμε.

Η Ελλάς κλείνει πενήντα χρόνια παρουσίας στον Διαγωνισμό, αλλά δεν συμμετείχε πενήντα φορές. Σημείωσε και βροντερές απουσίες. Οπότε, ναι μεν το 2024 θα εορταστούν τα πενηντάχρονα της Ελλάδας στη Γιουροβίζιον, αλλά με μόνο 43 παρουσίες. Υπήρξαν και εφτά χρόνια που για διάφορους λόγους απείχε.

Η ιστορική αναδρομή στη Γιουροβίζιον δεν είναι ασυνάρτητη της ελληνικής ιστορίας και επικαιρότητας. Πάντα έλεγα ότι η Γιουροβίζιον πρέπει να αναλύεται από πολιτική και ιστορική οπτική και ότι ο Διαγωνισμός δεν είναι ασύνδετος με όλα όσα συμβαίνουν παράλληλα στον κόσμο. Έτσι και εδώ. Η Ελλάδα εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1974 με ένα τραγούδι το οποίο είχε επιλεγεί επί χούντας. Το ανάλαφρο φολκλόρ «Λίγο Κρασί, Λίγο Θάλασσα Και Τ’ Αγόρι Μου», του Γ. Κατσαρού, σε ερμηνεία της Μαρινέλλας ήταν μία safe επιλογή. Αρκούντος «μπλε» και αρκούντος ανάλαφρη ώστε να μείνουν όλοι ικανοποιημένοι. Το τραγούδι κατετάγη ενδέκατο, μία πολύ χαμηλή θέση για τα κυβικά της Μαρινέλλας. Ήταν η χρονιά των ABBA, βέβαια, και όπως δήλωσε και η Μαρινέλλα στο αεροδρόμιο «κανένας δεν είχε δώσει σημασία στο συγκεκριμένο τραγούδι και κανένας δεν περίμενε να κερδίσει».

Με τη πτώση της χούντας και τον χαμό της Κύπρου, περιπλέκονται τα πράγματα. Το 1975 η Τουρκία αποφασίζει να συμμετέχει για πρώτη φορά στον Διαγωνισμό και η Ελλάδα ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τα όσα συνέβησαν στην Κύπρο, αποφασίζει να απέχει. Επιστρέφει το 1976 με τη Μαρίζα Κωχ και το «Παναγιά μου, Παναγιά μου» ένα θρήνο για το Κυπριακό. Σειρά της Τουρκίας να αποχωρήσει επειδή θίχτηκε. Ο ελληνικός θρήνος δεν εκτιμήθηκε, δεν είμαστε δα και η Ουκρανία για να μας ψηφίσουν αβλεπί, οπότε από το 1977 επιστρατεύτηκε το «σιγουράκι», η γιουροβιζιονική συνταγή διά χειρός Γιώργου Χατζηνάσιου.


Ο πατέρας μου ο οποίος είχε ζήσει από πρώτο χέρι το ντελίριο με το «Μάθημα Σολφέζ» μου είχε περιγράψει πως ό,τι συνέβαινε το 2004 με τον Σάκη Ρουβά και το Shake It, τα ίδια και χειρότερα συνέβησαν και το ’77 με τη Μπέσσυ και τον Πασχάλη. Και τους άλλους δύο που τους πλαισίωναν, τους συγχωρεμένους Μαριάννα Τόλη και Ρόμπερτ Ουίλλιαμς. Η ελληνική νεολαία έσκιζε τα ιμάτια της για τους τέσσερεις φερέλπιδες τραγουδιστές και εκεί ήταν που η Γιουροβίζιον εδραιώθηκε στην Ελλάδα.

Η Τάνια Τσανακλίδου το ’78 ήταν απλά διεκπεραιωτική και παρόλη την όγδοη θέση δεν έμεινε διαχρονική. Η ίδια σε μία συνέντευξή της ανέφερε ότι συμμετείχε από σπόντα και ότι δεν την ενδιαφέρει ιδιαίτερα η ανάμνηση της συμμετοχής της. 



Η Ελπίδα με τον «Σωκράτη» από την άλλη, πέρασε στην αιωνιότητα. Μπορεί να θεωρείται γραφική η συμμετοχή με τη σημερινή ματιά, αλλά τότε θεωρούνταν «πρόταση». Ήταν η εποχή που ανέβαινε το μιούζικαλ «Jesus Christ Superstar» στην Αγγλία. Μία ελληνική εκδοχή με τον Σωκράτη κρίθηκε ως πρωτότυπη ιδέα. Το τραγούδι παιζόταν για πρωτιά. Στο Ισραήλ ακόμη και σήμερα θεωρείται κλασική και κορυφαία συμμετοχή. Δυστυχώς δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αν και προσωπικά βρίσκω αρκετά αξιοπρεπή την ένατη θέση που πήρε.

Η δεκαετία του ’80, και η δεκαετία του ’90 ήταν για την ελληνική Γιουροβίζιον η μετουσίωση της μεταπολίτευσης. Χρόνια ΠΑΣΟΚ και χρόνια μπουρδέλο. Κάθε χρόνο ένα δράμα, κάθε χρόνο ένα σκάνδαλο, ήταν μία εποχή εφάμιλλη της ευρύτερης πολιτικής πραγματικότητας. Ενδεικτικό ότι το 1980 στον εθνικό τελικό άλλος κέρδισε, άλλος πήγε. Ο Κώστας Τουρνάς αντικαταστάθηκε από την Άννα Βίσση και το Ώτοστοπ, η οποία ωστόσο εμφανίστηκε με το γκρουπ του πρώτου να τη συνοδεύει στα φωνητικά. Παρόλο που το Ώτοστοπ το συμπαθώ, θεωρώ πως η Βίσση άξιζε καλύτερου του ντεμπούτου στον Διαγωνισμό. 


Κατά τη δεκαετία του ’80 ελάχιστες ήταν οι Ελληνικές αναλαμπές. Κατ’ αρχάς η ΕΡΤ το 1982 και το 1984 αποφάσισε ότι δεν άξιζε τον κόπο να συμμετάσχει. Το 1986 ήθελε να πάει, θα έστελνε μάλιστα την Πωλίνα με το Wagon Lit, αλλά τελευταία στιγμή θυμήθηκε ότι η Γιουροβίζιον θα λάμβανε χώρα το Μεγάλο Σάββατο και ακύρωσε τη συμμετοχή. Η Πωλίνα βρέθηκε επί ξύλου κρεμάμενη. Το απόγειο της παρακμής βέβαια, ήταν το 1988 με τον Κλόουν και την Αφροδίτη Φρυδά η οποία πέρασε διά πυρός και σιδήρου. Η κριτική επιτροπή την έστειλε «επειδή κάτι πρέπει να στείλουμε» και η ίδια η τραγουδίστρια δήλωσε πρόσφατα «εγώ ένα τραγούδι πήγα να πω, και βρέθηκα να απολογούμαι στο πανελλήνιο». 


Τραγικά ‘80ς από κάθε άποψη.

Βέβαια, είχαμε και ευχάριστες εκπλήξεις. Οι Bang ήταν ό,τι πιο φρέσκο και σύγχρονο είχε να επιδείξει η χώρα το 1987 και η συμμετοχή τους ήταν μία όαση μετά από κάτι λυρικές εντεχνίλες τύπου «Μου Λες» (1983) και κάτι νερόβραστα όπως το «Μοιάζουμε» (1985). Επίσης, τρομερά ευχάριστη έκπληξη ήταν το «Δικό Σου Αστέρι» (1989), το οποίο επιλέχθηκε παραγκωνίζοντας συμμετοχές μεγάλων ονομάτων της εποχής όπως ήταν το «Κλαίω» της Βίσση και το «Μόνο Εσύ» της Μαντώς. Το «Φεγγάρι Καλοκαιρινό» (1981) του Γιάννη Δημητρά ήταν επίσης μία πολύ καλή στιγμή αλλά ήταν απόνερα της δεκαετίας του ’70. Ακούγεται πολύ μακρινή και δεν μπορώ να την εντάξω στην ευρύτερη φρενίτιδα που επικρατούσε στα ‘80ς. 

Έτσι, πάνω-κάτω, ή μάλλον, ελαφρώς καλύτερα κύλησε και η δεκαετία του ’90. Η Ελλάδα ήταν μία του ύψους, μια του βάθους. Πάνω που έστελνε κάτι πραγματικά καλό, την επόμενη χρονιά έστελνε κάτι μέτριο μέχρι που έπιασε απόλυτο πάτο το 1998 με το ανεκδιήγητο «Μια Κρυφή Ευαισθησία». Εκεί ήταν που αποφάσισε να αποσυρθεί. Τα έχουμε αναπτύξει αναλυτικότερα στο ειδικό άρθρο.

Η δεκαετία του ’90 ξεκίνησε με το πιο άσκοπο τραγούδι του κόσμου. Σας θυμίζω ότι το 1990 ήταν η πρώτη χρονιά που είδα Γιουροβίζιον συνειδητά, ως φαν. Όταν έβλεπα τα βίντεο κλιπ παρουσιασμένα στο ΡΙΚ ανυπομονούσα να δω ποιο τραγούδι θα έστελνε η Ελλάς. Επειδή στο μυαλό μου η Γιουροβίζιον ανέκαθεν ήταν κάτι σαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της μουσικής ανέμενα να δω κάποιο μεγάλο όνομα της εποχής να εκπροσωπεί τη χώρα. Αντ’ αυτού εμφανίστηκε ο Χρήστος Κάλοου (ποιος ήταν αυτός; Ιδέαν δεν είχα - ) με ένα τραγούδι που έφερε τον τίτλο «Χωρίς Σκοπό». Αν το My Number One κραύγαζε από μακριά ότι θα κερδίσει από τον τίτλο, αυτό ήταν σαν να έλεγε «προσπεράστε μας, βαριόμαστε». Εμφανίστηκε και δεύτερο επί σκηνής, οκ, ήταν καταδικασμένο από τα γεννοφάσκια του. Το «Χωρίς Σκοπό» το αγάπησα, φυσικά, μιας και το έχω ακούσει 1.000.000 φορές και το θεωρώ πια καλτ. Αλλά ναι, ήταν ενδεικτικό της ευρύτερης ελληνικής πραγματικότητας. Σκάνδαλα Κοσκωτά στη χώρα, no need to say more.

Από τον Κάλοου στον Ανδρέα Μικρούτσικο και τη Βόσσου. Αν μη τι άλλο επρόκειτο για δημοφιλείς τραγουδιστές της εποχής. Το «Άνοιξη» κατέβηκε με αξιώσεις, όμως διάφορες κακές συγκυρίες που είναι πλέον σε όλους μας γνωστές δεν το βοήθησαν να αναδειχθεί. Όχι πως θα μπορούσε να κερδίσει όπως πολλοί ισχυρίζονται σήμερα. Άντε, το πολύ, να έμπαινε στη δεκάδα.

Η επιτυχία του 1992 ήταν αναπάντεχη. Δεν πιστεύω να περίμενε κανείς την τελική κατάταξη του «Όλου Του Κόσμου Η Ελπίδα». Από τότε έπρεπε να είχαμε ψυλλιαστεί τη δυναμική του έθνικ στοιχείου στον Διαγωνισμό. Αλλά κλασικά, στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα. Η Γαρμπή πάτησε σ’ αυτό και έμεινε μνημειώδης για τους λάθος λόγους, αλλά αν μη τι άλλο έφερε μία καλή θέση για δεύτερη χρονιά συνεχόμενη. 



Και μετά κάπου κουράστηκε το πράμα. Χλιαρός Μπίγαλης εις διπλούν, Ελίνα Κωνσταντοπούλου από τα μπουζούκια βρέθηκε να τραγουδά για το μακεδονικό – ουτέ εμάς δεν έπεισε, και μία άγνωστη τραγουδίστρια ονόματι Μαριάννα Ζορμπά να τραγουδά ένα τραγούδι που επιλέγηκε αθόρυβα και το οποίο κατ’ εμέ παρουσίαζε τρομερό ενδιαφέρον, το οποίο δολοφονήθηκε εντέλει από ένα κίτρινο φουστάνι.

Η δεκαετία του ’90 που ήταν αποδεδειγμένα η πιο ανθηρή στο ελληνικό εγχώριο πεντάγραμμο, και η οποία μας άφησε για κληρονομιά τραγουδάρες, ουδόλως αντικατοπτριζόταν στις επιλογές για τη Γιουροβίζιον. Η Γιουροβίζιον ήταν ένα άλλο σύμπαν για την ΕΡΤ. Δεν είχε καμία σημασία το τι ακούει ο Έλληνας με το τι έστελνε εκείνη. Ποτέ μου δεν κατάλαβα το γιατί και πως. Θυμάμαι ότι είχα διαβάσει στο βιβλίο της Δάφνης Μπόκοτα ότι και η ίδια είχε τόσο πολύ απαυδήσει με την έλλειψη στρατηγικής στον Διαγωνισμό, που μία φορά που πέτυχε τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου σε μία χριστουγεννιάτικη εκδήλωση της ΕΡΤ σηκώθηκε και πήγε και τον βρήκε η ίδια για να του κρούσει τη σημαντικότητα του προγράμματος και το πόσο σοβαρό ήταν για την Ελλάδα να αρχίσει να είναι διεκδικητική και ανταγωνιστική. Την είχε ακούσει ο Παπανδρέου με προσοχή, είπε η Μπόκοτα, αλλά δεν έκανε και τίποτα στο τέλος.

Και μπαίνουμε στη νέα χιλιετία με απουσία.

Η Ελλάδα είχε αναλάβει την ολυμπιάδα του 2004 και κατάλαβε ότι έπρεπε σιγά-σιγά να αρχίσει να χτίζει ένα προφίλ μοντέρνας και σοβαρής χώρας. Αυτό, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, θα έπρεπε να επιτευχθεί και μέσω της Γιουροβίζιον. Εξ ου και οι σημαντικότερες της συμμετοχές, αυτές που την καθόρισαν και την κατέταξαν σε μία από τις πιο δημοφιλείς χώρες στον Διαγωνισμό συνέβησαν στα ‘00ς. Από το 2001 και μετά, η Γιουροβίζιον πήρε τις σωστές διαστάσεις και εξελίχθηκε σε εθνική υπόθεση. Όπως ακριβώς ήλπιζα να συμβεί από την πρώτη φορά που είδα τον Διαγωνισμό. Μπορεί κάποτε να χανόταν το μέτρο, όπως το 2002 όπου όλα μετατράπηκαν ξανά στο γνωστό, λατρεμένο ελληνικό κωλοχανείο, αλλά τουλάχιστον δεν βαριόσουν να βλέπεις τα μεσημεριανά. Κάθε μέρα νέο δράμα, κάθε μέρα κάποιοι στα παράθυρα να σφάζονται. Τα θυμόμαστε σαν να ήταν χθες με νοσταλγία.

Για εμάς που τη δεκαετία του 2000 ζούσαμε τη δεύτερη μας νιότη, εκείνα τα χρόνια ήταν εκλαμπρότατα. Ποιος να μας το ‘λεγε ότι θα μεταπηδούσαμε από τριτό-τέταρτα ονόματα και ανθυποσελέμπριτι του συρμού που είχαν πάει τις προηγούμενες δεκαετίες, σε ονόματα της πρώτης γραμμής. Μαντώ, Ρακιντζής, Ρουβάς, Παπαρίζου, Βίσση! Απίστευτα πράγματα! Από εκεί που ντρεπόσουν να πεις ότι την έβλεπες τη Γιουροβίζιον, ξαφνικά είχαν όλοι γνώμη για τα πάντα, ακόμη και για το φουστάνι της τραγουδίστριας από την Ανδόρρα. Το κανάλι του Star ήταν στα φόρτε του. Αν και μονίμως ξευτύλιζε τα πάντα με τα οποία καταπιανόταν, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι κράτησε τη Γιουροβίζιον ζωντανή για τουλάχιστον μία δεκαετία.

Ναι, ήταν μία δεκαετία χάρμα: Εννέα συμμετοχές,  εφτά κατατάξεις στο τοπ10 εκ των οποίων μία νίκη και τρεις τρίτες θέσεις! ΟΝΕΙΡΟ! 


Και όλα αυτά εξαιτίας της Ολυμπιάδας και του απόηχου της. Όταν η οικονομία πήρε την κάτω βόλτα άρχισαν και οι συμμετοχές να φθίνουν. Δεν έγινε αμέσως η κατάπτωση. Προλάβαμε να χαρούμε και τον Αλκαίο, και τον Γιώρκα πριν δούμε εκείνο το παρτσακλό να τραγουδά το Aphrodisiac μέσα στο εμπορικό κέντρο και μας πιάσει ομαδική κατάθλιψη, και πριν γενικότερα γευτούμε την κατρακύλα με γελοιωδέστατες συμμετοχές όπως εκείνες του 2014, του 2015, του 2016 και δεν συμμαζεύεται. Ακόμη και το 2019 όπου είχε επιλεγεί κάτι πιο εναλλακτικό, φρέσκο και διαφορετικό, αυτοκτόνησε με το εικαστικό επί σκηνής. Μία γενιά μεγάλωσε χωρίς να ενδιαφέρεται για το πρόγραμμα, όπως ακριβώς και οι συνομίληκοι μου, στη δεκαετία του ’80, τους οποίους μιλούσες για Γιουροβίζιον και δεν ήταν σίγουρο ότι ήξεραν περί τίνος επρόκειτο – αναφέρομαι σε Ελλαδίτες γιατί στην Κύπρο η Γιουροβίζιον ήταν σε τρομερή άνθηση τη δεκαετία του ‘80. 

Η δεκαετία του ’20 βρίσκεται σε εξέλιξη.

Τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής είναι πολύ καλά, αν εξαιρέσεις το περσινό πατατράκ που θέλω να πιστεύω ότι πρόκειται για one off περίπτωση. Μία δέκατη θέση με τη Στεφανία το 2021 και μία όγδοη με την Αμάντα Γεωργιάδη το 2022. Παρόλα αυτά δεν επρόκειτο για συμμετοχές που έπαιξαν ιδιαίτερα στα ραδιόφωνα ή στα κλαμπ ώστε να πίνουμε νερό στ’ όνομά τους (τώρα θα μου πεις, κυκλοφορείς εσύ σε κλαμπ και ξέρεις; Όχι βέβαια. Μια φορά αν επαναλαμβανόταν το ντελίριο του 2004-2008 θα το ήξερα). 

Η ανακοίνωση της Μαρίνας Σάττι, ευτυχώς, έφερε αέρα από 2004 στα τηλεοπτικά πηγαδάκια και γενικότερα διαπίστωσα μία σύμπνοια γύρω από το όνομά της (εξαιρουμένου του Ψινάκη, ο οποίος όμως είναι παρωχημένος και δεν μπορώ να τον πάρω πια στα σοβαρά). Έχω καλό προαίσθημα για τη Σάττι και νομίζω ότι το τοπ3 θα είναι εφικτό αν κινηθεί στα γνωστά της μονοπάτια και πει κάτι παραδοσιακό γαρνιρισμένο με σύγχρονο ήχο.


Αμήν.


Τέτοια θέλουμε και προσδοκούμε από την Ελλάδα. Αν συνεχίσει έτσι, είμαι σίγουρος θα δούμε δεύτερη Ελληνική νίκη πριν το 2030!


Παραθέτω το δικό μου ελληνικό τοπ στη Γιουροβίζιον, όπως διαμορφώθηκε από τα play counts στο itunes τα τελευταία 13 χρόνια. 




Σχόλια