Ευρωπαϊκή Ταυτότητα Γιουροβίζιον Κι Άλλα Μικρά Και Διάφορα

 

Καιρό έχουμε να τα πούμε κι έχω πολλά και διάφορα να σχολιάσω.

Παρατηρώ μία άνευ προηγουμένου πίεση από συγκεκριμένες χώρες προς την EBU να επαναφέρει την τηλεψηφοφορία στο 100% τη βραδιά του τελικού από το 2024 και στο εξής. Δεν πάμε καλά. Θα σφαχτούμε. Πρωτοστατεί η Νορβηγία σε όλο αυτό το πραξικόπημα. Η Νορβηγία η οποία έχασε τη νίκη μέσα απ’ τα χέρια της το 2019 με τους Keiino και το Spirit In The Sky (το οποίο κέρδισε την τηλεψηφοφορία), και η οποία τα επόμενα δύο χρόνια πήρε πολύ ψηλότερες βαθμολογίες από το κοινό από ό, τι στις επιτροπές, οι οποίες τη χαντάκωσαν κανονικά. Για την ιστορία, το 2022 το Give That Wolf A Banana κατετάγη 7ο στο κοινό και κατέληξε συνολικά στη δέκατη θέση, ενώ φέτος, η Αλεσάντρα με το Queen Of The Kings κατετάγη Τρίτη και εν τέλει κατέληξε Πέμπτη εξαιτίας των επιτροπών.

Δεν ξέρω γιατί λύσσαξαν οι Νορβηγοί να ξανακερδίσουν. Το 2010 διοργάνωσαν μία πολύ φτηνή Γιουροβίζιον, από τις χειρότερες της σύγχρονης ιστορίας, ενώ είναι και πανάκριβη ως χώρα και κανενός το πορτοφόλι δεν σηκώνει την εκεί διαμονή για 15 μέρες. Να κάτσουν στ’ αβγά τους.

Στον χορό προστέθηκαν και οι τοξικότατοι Γιούροφανς, οι οποίοι ακόμη δεν έχουν χωνέψει πως έχασε φέτος η Φινλανδία με εκείνο το ανεκδιήγητο Cha-Cha-Cha και σιγοντάρουν σθεναρά. Δεν καταλαβαίνουν ότι η τηλεψηφοφορία βλάπτει τον Διαγωνισμό, ευνοεί τα τραγούδια- σάχλες, και θα επιστρέψουμε στις τραγικές χρονιές των ‘00ς όπου ομολογουμένως πλην του Molitva και του ελληνικού δικού μας, δεν κέρδισε τραγούδι της προκοπής, πάντα κατά τη γνώμη μου.

Αν θέλουν να πήξουμε σε νικητές επιπέδου Εσθονία 2001, Λετονία 2002 και Ρωσία 2008 με γεια τους με χαρά τους, εγώ θέλω να πιστεύω ότι η EBU έχει περισσότερο νου και δεν θα το επιτρέψει. Οι νικητές της Γιουροβίζιον έγιναν πιο ποιοτικοί από τον καιρό που ψηφίζουν εξ ημισείας και οι επιτροπές. ΟΚ, μπορεί που και που να γίνεται κάποια παραφωνία και να υπάρχει χάσμα ανάμεσα σε κοινό και επιτροπές, αλλά δεν θέλω επουδενί να επιστρέψουμε στα χρόνια που ψήφιζε η Γαλλία και ξέραμε εκ των προτέρων ότι το 12άρι θα πάει στην Αρμενία, ή όταν ψήφιζε η Γερμανία και ξέραμε ότι θα το έπαιρναν οι Τούρκοι πριν καν ανακοινωθεί.

Άλλο θέμα.

Ο εκπρόσωπος της Κύπρου για το 2024 δεν θα επιλεγεί εντέλει μέσω εκείνου του τραγικού τηλεπαιχνιδιού, το επονομαζόμενο All Together Now. Θα επιλεγεί μέσω του Fame Story το οποίο βρίσκω εξίσου παρακμιακό και ξεπερασμένο, έχει όμως κάποια ελαφρά πλεονεκτήματα έναντι του προηγούμενου. Το Fame Story μπορεί να είναι παλιακό και φθηνό, αλλά αν ισχύει ότι θα επανδρωθεί με κριτές την Άννα Βίσση, τη Βανδή, τη Γαρμπή, αλλά και την Καλομοίρα σε κάποιο ρόλο-έκπληξη, θα τραβήξει τα βλέμματα του κοινού και με το παραπάνω. Αν μη τι άλλο θα το δουν κάποιοι και δεν θα φτάσουμε τη νέα χρονιά διερωτώμενοι «πού τα βρήκανε αυτά τα φυντάνια» όπως έγινε τα τελευταία δύο χρόνια με τον Αυστραλό και την ακατονόμαστη. Κι αν μέσα στα δυο τελευταία χρόνια που ψήνεται η φόρμουλα του reality έχουν βρει τους επίδοξους γιούροσταρ που θα συμμετέχουν στην «ακαδημία», δεν αποκλείεται να βρεθεί ανάμεσά τους κάποιο υποτυπώδες τάλαντο το οποίο να μπορεί να σταθεί επάξια ή τέλος πάντων αξιοπρεπώς στη σκηνή της Γιουροβίζιον. Ο πήχης είναι χαμηλά πάντως.

Οι Σουηδοί σκέφτονται να μειώσουν κατά μία ώρα τη διάρκεια του τελικού γιατί φέτος παρατράβηξε και τα κόστη πήγαν στο Θεό. Να μου κάνουν τη χάρη. Ένα χρόνο περιμένουμε πώς και πώς τη Γιουροβίζιον, αντί να μας δίνουν περισσότερη να χορτάσουμε, μας απειλούν να τη μειώσουν. Ας το ξανασκεφτούν, παρακαλώ.

Διαβάζω ένα βιβλίο αυτό τον καιρό το οποίο ονομάζεται Language, Normativity and Europeanisation, γραμμένο από κάποιον κύριο Heiko Motschenbacher. Πρόκειται για το διδακτορικό ενός φοιτητή Γλωσσολογίας ο οποίος εξετάζει πώς οι στίχοι των τραγουδιών που συμμετείχαν στη Γιουροβίζιον λειτούργησαν ως εργαλεία δημιουργίας μίας νέας πανευρωπαϊκής γλώσσας και ταυτότητας. Πώς δηλαδή μέσω των τραγουδιών των οποίων οι στίχοι είναι πολύγλωσσοι ήτοι «Liubi, liubi, I love you» της Ρουμανίας από το 2007 ή και το ισραηλίτικο του 2003 «Its the way to say I love you, sagapo, je taime, I want you» καταλήξαμε να συνεννοούμαστε όλοι μεταξύ μας και να ξέρουμε τι ακούμε. Το επιστημονικό συμπέρασμα είναι ολίγον τι straight forward, αλλά έτσι είναι τα Phds, συνήθως διυλίζουν τον κώνωπα και βγάζουν από τη μύγα ξύγκι.

Πρόκειται για τρομερά εξειδικευμένο βιβλίο, εξαιρετικά κουραστικό και άσκοπο, 500 σελίδων και βάλε, αλλά κάθισα και το διάβασα καθότι με ενδιαφέρει κάθε τι που αφορά στη Γιουροβίζιον. Ίσως όμως να το παράκανα αυτή τη φορά, καθότι δεν αναφέρει το παραμικρό που να σχετίζεται με την ιστορία και το παρασκήνιο του Διαγωνισμού, στα κουτσομπολιά που με ενδιαφέρουν δηλαδή, παρά μόνο στις γλώσσες που χρησιμοποιήθηκαν και πως αυτές επέδρασαν στη δημιουργία μιας νέας γλωσσικής ταυτότητας. Αν είστε κι εσείς μανιακοί ψυχάκηδες και διαβάζετε τα πάντα γύρω από τον Διαγωνισμό, αν τυχόν διασταυρωθείτε με το εν λόγω ανάγνωσμα, προσπεράστε ελεύθερα.

Όμως, αν κάτι έχω να συμπληρώσω στη πιο πάνω διατριβή είναι η εξής παρατήρηση. Έχετε διαπιστώσει κι εσείς ότι στους τελευταίους Διαγωνισμούς, ειδικότερα από το 2019 και μετά οι Διαγωνισμοί είναι πιο «πανευρωπαϊκοί»; Τι θέλω να πω. Όταν έγινε ο Διαγωνισμός στην Αθήνα, όλα περιστρέφονταν γύρω από την Ελλάδα. Είχαμε Φωτεινή Δάρρα, Θεούς Ολύμπου, Παπαρίζου, Μούσχουρη, την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού και Ζορμπά. Όταν έγινε ο Διαγωνισμός στο Αζερμπαϊτζάν, το αντίστοιχο. Δεν υπήρχε κάποιο δρώμενο που να αφορά στην κοινή ευρωπαϊκή μας κληρονομιά (αν υφίσταται μια τέτοια).

Από τη διοργάνωση του Ισραήλ και μετά αυτό άρχισε να αλλάζει. Εκεί είχαμε σύμπραξη των Mans Zelmerlow, της Φουρέιρα, του Βέρκα Σερντούτσκα, της Κοντσίτα και της Gali Atari του Ισραήλ, και όλοι οι τηλεθεατές ξέραμε ποιοι ήτανε, πόθεν προέκυψαν και τους νιώθαμε κατά κάποιο τρόπο, δικούς μας. Το ίδιο συνέβη και στο Ρότερνταμ με το δρώμενο στις ταράτσες με τους παλιούς νικητές. Βλέπαμε στην μια ταράτσα την Παπαρίζου, στην άλλη τη Σάντρα Κιμ, στην παράλλη τους Λόρντι και μας ήταν όλοι οικείοι. Φέτος, στο interval act δεν είδαμε μόνο την εγχώρια Σόνια και τον Σαμ Ράιντερ. Είδαμε μία σύμπραξη με τον Ιταλό Μαχμούντ, τον Ισλανδό Dadi Freyr και τη Σουηδή Κορνήλια Τζέικομπς και πάλι μας τους αντιμετωπίσαμε σαν «δικούς μας», σαν γνωστά ευρωπαϊκά προϊόντα.

Δεν ξέρω αν αυτό έχει να κάνει σιγά – σιγά μη τη δημιουργία μιας κοινής πανευρωπαϊκής σόου μπιζ, ή με μία αμιγώς γιουροβιζιακή σκηνή βραχείας αποδοχής και κατανάλωσης, αλλά πιστεύω ότι η ευρωπαϊκή ταυτότητα αρχίζει και αχνοφαίνεται (καταφθάνει με ταχύτητα κουτσής χελώνας αλλά τουλάχιστον έρχεται), και σιγά σιγά εδραιώνεται. Πλέον δεν είναι η Σουηδή και ο Ιταλός. Πλέον είναι οι «καλλιτέχνες της Γιουροβίζιον», δηλαδή οι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες. Μπορεί αυτές οι σκέψεις να είναι λίγο απλουστευμένες και ίσως αυθαίρετες, αλλά δεν είναι εντελώς αβάσιμες.   

Δεν έχω κάτι άλλο να σχολιάσω. Να σας πω ότι ακόμη δεν έχω ξεπεράσει το Λίβερπουλ. Εξακολουθώ και βλέπω σποραδικά βιντεάκια στο YouTube και συνεχίζω να πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη διοργάνωση των τελευταίων είκοσι ετών. Θεωρώ ότι οι Σουηδοί θα δυσκολευτούν πολύ να τη ξεπεράσουν και θα πρέπει να υπερβούν εαυτόν για να το καταφέρουν.

Καλό καλοκαίρι. Θα τα πούμε ξανά όταν κάνω κέφι. 

Σχόλια

  1. εν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι για την ευρωπαική ταυτότηα. επειδή τα τελευταία χρόνια εν παντού τούτη η ανάγκη για νοσταλγία. τραγούδια επανεκτελούνται, ταινίες, σίκουελ, πρίκουελ. κάποιο σύνδρομο των μιλλένιαλ νομίζω. τζιαι εθεώρησα ούλλες τες αναφορές σε προηγούμενες συμμετροχές κάτι παρόμοιο

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου