1988 Κι Ακόμα Σ' Αγαπώ

 

Πολύ στεναχωρήθηκα με τα νέα της Σελίν Ντιόν.

Δεν ξέρω αν τα μάθατε. Πάσχει, λέει, από μία σπάνια νόσο του νευρολογικού συστήματος, η οποία συν τω χρόνω προκαλεί παράλυση. Ένας ένας οι σταρ της εφηβείας μου παίρνουν τον κατήφορο κι έρχεται σιγά-σιγά και η σειρά μας. Με αγχώνει όλο αυτό, με σοκάρει σχεδόν. Ακόμη κι αν εμείς οι κοινοί θνητοί ξέρουμε λίγο πολύ τη μοίρα μας, οι καλλιτέχνες που αποθεώσαμε θα έπρεπε να χαίρουν μιας άλφα εξαίρεσης από τον Θεό.

Εν πάση περιπτώσει, το συγκλονιστικό και θαρραλέο βίντεο της Σελίν, μου δίνει το έναυσμα να συζητήσουμε κάτι που έχω καιρό στο πρόγραμμα. Τον Διαγωνισμό του 1988!

Λοιπόν, τον Διαγωνισμό του 1988 δεν τον είχα παρακολουθήσει ποτέ. Και όταν λέω ποτέ, εννοώ ότι δεν τον είχα παρακολουθήσει μέχρι αυτός να αναρτηθεί στο YouTube, πολλά χρόνια αργότερα από τη διεξαγωγή του. Ως γνωστόν, εγώ τις Γιουροβίζιον τις ανακάλυπτα από τη βιντεοθήκη της γιαγιάς μου, όποτε πήγαινα στο σπίτι της και έπρεπε να σκοτώσω την ώρα μου μπροστά στην τηλεόραση. Η γιαγιά μου είχε όλους τους Διαγωνισμούς στη βιντεοθήκη της από το 1982 και μετά, αλλά το 1988 λόγω του ότι η Κύπρος δεν συμμετείχε, θεώρησε ότι δεν άξιζε τον κόπο να βιντεοσκοπηθεί και να περάσει στην αιωνιότητα. Επομένως, μέσα στο μυαλό μου, το 1988 ήταν πάντα ένας μύθος και μία θολούρα. Ήξερα ότι τον είχε κερδίσει η Ελβετία εξ ου και το 1989 μεταδόθηκε από τη Λωζάνη. Αλλά ως εκεί. Ούτε ποια ήταν η Σελίν Ντιόν ήξερα, ούτε το τραγούδι της, αλλά κυρίως, ουδέποτε είχα αντιληφθεί το θρίλερ της ψηφοφορίας όπως είχε εξελιχθεί τότε και το οποίο αναπτύσσω πιο κάτω.

Η Κύπρος δεν συμμετείχε το 1988 για εξίσου θολούς και ανεξήγητους λόγους. Διάβασα κατά καιρούς πολλά και διάφορα άρθρα που εξηγούσαν τους λόγους για τους οποίους το ΡΙΚ αποχώρησε την τελευταία στιγμή από τη διοργάνωση του Δουβλίνου, αλλά ποτέ δεν εμπέδωσα τον πραγματικό. Λέγεται ότι το τραγούδι που είχε επιλεγεί κεκλεισμένων των θυρών από την επιτροπή του ΡΙΚ, παραβίαζε έναν εκ των κανόνων της Γιουροβίζιον ο οποίος προνοούσε όπως οι στίχοι του τραγουδιού να μην είχαν δημοσιευθεί προηγουμένως στον Τύπο. Το τραγούδι που είχε επιλεγεί τότε και λεγόταν «Θυμάμαι» είχε εκδοθεί σε ένα από τα τεύχη του νεανικού περιοδικού «Φλας» υπό άλλον τίτλο, σε μία στήλη στην οποία οι αναγνώστες έστελναν τα στιχάκια τους. Όταν αυτό καταγγέλθηκε και έγινε γνωστό, το ΡΙΚ αποσύρθηκε από τον Διαγωνισμό. Προσπάθησε να στείλει έναν άλλον συμμετέχοντα στο μεταξύ, αλλά εκεί είναι που τα έχω λίγο πιο θολά, δεν κατάλαβα γιατί εν τέλει δεν κατέστη δυνατόν. Υποψιάζομαι θα ακολούθησε μπάχαλο ανάμεσα στους συνήθεις υπόπτους οι οποίοι σφάζονταν εκείνη την περίοδο για το ποιος θα μας εκπροσωπούσε, γι αυτό και στο τέλος προτιμήθηκε η πλήρης αποχώρηση.

Ήταν σοφή η απόφαση της πλήρους αποχώρησης κατά τη γνώμη μου. Κατ’ αρχάς, η Κύπρος τότε είχε κληρωθεί να εμφανιστεί δεύτερη στη σειρά και όλοι ξέρουμε καλά πως πιο γρουσούζικη σειρά εμφάνισης από τη δεύτερη δεν υπάρχει στη Γιουροβίζιον. Επιπλέον, το τραγούδι, το οποίο υπάρχει στο YouTube και παρατίθεται πιο κάτω, το βρίσκω άθλιο, και θεωρώ ότι μετά από τον θρίαμβο που είχε πετύχει το «Άσπρο Μαύρο» την προηγούμενη χρονιά, θα ήταν τα μάλα υποτιμητικό να εκπροσωπηθεί η χώρα από εκείνο το αίσχος. Καθώς βλέπετε το ΡΙΚ είναι σταθερό σε αυτά τα αλλοπρόσαλλα. Αντί να χτίσει πάνω στην επιτυχία της προηγούμενης χρονιάς και να κάνει follow up, rebound και τρίποντο, καταφέρνει να κάνει ένα βήμα μπρος και δέκα πίσω. Κυπριακό DNA στα καλύτερά του. 

Φυσικά, για να δείτε ότι το Κυπριακό δεν διαφέρει διόλου από το Ελληνικό, παραλληλίστε αυτά τα ρεζιλίκια με αυτά της Αθήνας και το τι έλαβε χώρα στην βραδιά τελικού της ΕΡΤ, κατά την οποία η κριτική επιτροπή βγήκε και ανακοίνωσε ότι όλα τα τραγούδια που άκουσε ήταν πολύ χαμηλού επιπέδου και δεν μπορούσε να βρει ούτε ένα ικανό να εκπροσωπήσει την Ελλάδα. «Παρόλα αυτά, αφού πρέπει να επιλεγεί ένα, η κριτική επιτροπή επιλέγει τον Κλόουν με την Αφροδίτη Φρυδά» δήλωσε αμήχανος ο Κώστας Καρράς (ο μακαρίτης ηθοποιός), ο οποίος εκτελούσε χρέη παρουσιαστή. Το κοινό από κάτω, έξαλλο, γιουχάιζε με τον γνωστό λατρεμένο, ελληνικό τρόπο.

Με αυτά και μ’ αυτά ορίστε γιατί το 1988 δεν πέρασε ποτέ στην ελληνοκυπριακή συνείδηση ως χρονιά της προκοπής. Αν έτυχε να διαβάσετε το βιβλίο της Δάφνης Μπόκοτα θα μείνετε έκθαμβοι από την αντιμετώπιση του Τύπου της εποχής προς την ελληνική συμμετοχή με τα απαξιωτικά σχόλια προς την τραγουδίστρια, η οποία σημειώστε ότι πρόσφατα σε μία τηλεοπτική συνέντευξη ούτε λίγο, ούτε πολύ, παραδέχτηκε πως εκείνη «μία εξυπηρέτηση πήγε να κάνει», και βρέθηκε να βάλλεται πανταχόθεν. Ο «Κλόουν» για μένα θεωρείται καλτ, αλλά the wrong way round, ούτε για πλάκα δεν μπορώ να τον ακούω.

Έτσι που λέτε, το 1988 από πλευράς βιωματικών γνώσεων σταμάτησε εδώ. Μεγαλώνοντας αποπειράθηκα να το εξερευνήσω, αλλά κάποια πράγματα πρέπει να γίνονται μόνο στον καιρό τους - κι ο κολιός τον Αύγουστο που λένε. Δεν υπάρχει περίπτωση φυσιολογικός άνθρωπος να αντέξει να δει Γιουροβίζιον στην καθισιά του, αν δεν την είχε βιώσει στα παιδικά του χρόνια. Απλά δεν γίνεται. Υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα να κάνεις. Γιατί η Γιουροβίζιον είναι πρωτίστως αναμνήσεις και τίποτε περισσότερο. Με τούτα και μ’ εκείνα όμως, κουτσά στραβά, έλαβα γνώση του τι παίχτηκε εκείνο το βράδυ, ενώ ανακάλυψα και κάποια τραγούδια τα οποία εντέλει έχω εντάξει στα αντιπροσωπευτικά και αγαπημένα εκείνης της χρονιάς. Οι Ισπανοί με το γραφικό “Made in Spain”, οι Ισραηλίτες βεβαίως-βεβαίως με το υπέροχο “Ben Adam” το οποίο σύμφωνα με τον θρύλο θα κέρδιζε αν δεν είχε αποσυρθεί η Κύπρος βάσει των ταρώ (Τα έχουμε ξαναπεί).  Επίσης, η αδικημένη Ντόρα από τη Πορτογαλία με το επικό “Voltarei”, και η Σελίν Ντιόν με το “Ne Partez Pas Sans Moi” το οποίο θεωρώ ότι αγαπήσαμε με το ζόρι, απλά και μόνο επειδή μεταγενέστερα δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι εκείνο το κορίτσι με το ανεκδιήγητο ρούχο έγινε η σούπερ σταρ που αγαπήσαμε στην επόμενη δεκαετία.

Κατά τα άλλα, η βραδιά είχε μία από τα ίδια, τις χώρες με τις γνωστές συνταγές τους, τους Τούρκους οι οποίοι συμμετείχαν και προηγουμένως σε άλλο ένα σαχλό-μποέμ τραγούδι (το καλύτερο τους συγκριτικά με τα προηγούμενα), τους Δανούς και τους Γιουγκοσλάβους με παιδικά ποπάκια (παλιά τους τέχνη), το Λουξεμβούργο με τη δακρύβρεχτη μπαλάντα του, και άλλα τραγικά και στερεοτυπικά, όπως τα ξέρατε καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80! Το ’88 το θεωρώ μακράν τη χειρότερη χρονιά της δεκαετίας του ’80 από πλευράς ποιότητας τραγουδιών. Ίσως όμως να φταίει και το ότι δεν την παρακολούθησα στον χρόνο που έπρεπε.

Γιατί όμως το 1988 θεωρείται μνημειώδες; Για τη ψηφοφορία του φυσικά. Το γεγονός ότι η Ελβετία κέρδισε την Αγγλία για ένα βαθμό διαφορά. Και αυτό κρίθηκε κατά τη διάρκεια της τελευταίας ψηφοφορίας από τη γιουγκοσλαβική επιτροπή, η οποία αγνόησε πλήρως το αγγλικό τραγούδι, δίνοντας εξάρι στην Ελβετία καθιστώντας την πρώτη στην κατάταξη, ενώ έδωσε το χαρακτηριστικό δωδεκάρι στην… άσχετη Γαλλία. Το “and finally, France” είναι μία από τις πιο χαρακτηριστικές ατάκες στην ίδια την ιστορία του Διαγωνισμού. Δείτε το πιο κάτω βίντεο και συγκλονιστείτε με την ησυχία σας. 


Λατρεύω να θωρώ την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του Σκοτσέζου Σκοτ Φιτζέραλντ ο οποίος εξέπεμπε αυτοπεποίθηση στα όρια της αλαζονείας, σίγουρος ότι στο τέλος θα κέρδιζε. Όταν έβλεπε ότι δεν έπαιρνε ψήφους ξίνιζε η φάτσα του, μέχρι που κόντεψε να πάθει εγκεφαλικό όταν συνειδητοποίησε ότι η Σελίν του έκλεψε μέσα από τα χέρια του τη νίκη.

Το στιγμιότυπο κατά το οποίο τον παρατούν όλοι οι φωτογράφοι και τρέχουν σύσσωμοι προς τη νικήτρια και αυτός μένει να κουνά απογοητευμένος το κεφάλι είναι ό, τι καλύτερο έχουμε δει στον Διαγωνισμό κατά τη γνώμη μου. Και για να μη νομίζετε ότι όλα αυτά τα βγάζω από το κεφάλι μου, έχω βρει κι άλλο ένα βιντεάκι από την επόμενη μέρα, όταν ο Βρετανός εμφανίστηκε σε απογευματινό μαγκαζίνο του BBC και εξιστορούσε το πόσο πολύ τον πόνεσε η ήττα και πόσο δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι έχασε για ένα βαθμό. Φυσικά, πάντα μπορεί να φταίξει η Ευρώπη που «ψηφίζει πολιτικά» καθώς υπέδειξε και η ξανθιά παρουσιάστρια με τη φουντωτή κόμη που μύριζε σπρέι κι εϊτίλα. Μια φορά το “Go” δεν ήταν τραγούδι ούτε καν για δεύτερη θέση κατά τη γνώμη μου. Στο προσωπικό μου τοπ, το έχω στις τελευταίες θέσεις. Οι σκληροπυρηνικοί φανς το λατρεύουν για κάποιο λόγο που εγώ δεν πιάνω. Αν πρέπει να δείτε ένα από τα βίντεο που ανέβασα, πρέπει να δείτε το πιο κάτω. Πεθαίνω με το τηλεφωνικό κέντρο στο στούντιο το οποίο κάνει γκάλοπ κατά πόσον κέρδισε δίκαια η Ελβετία ή όχι και παρουσιάζουν κάθε λίγο καταμέτρηση των ψήφων! Τι υπέροχα χρόνια!

Για κάτι τέτοια φυσικά λατρεύω τη Γιουροβίζιον. Επειδή τότε μετρούσε περισσότερο και ο κόσμος την έπαιρνε στα σοβαρά. Δεν ήταν ένα πάρτι στο οποίο όλοι διασκέδαζαν αγκαλιασμένοι. Τότε η ήττα πονούσε. Σήμερα, βραβεύουν την Ουκρανία και ο Άγγλος χειροκροτά περήφανος, τάχα υπεράνω, γιατί γνωρίζει ήδη τους όρους του παιχνιδιού. Γνωρίζει ότι θα χάσει εκ των προτέρων, από έξι μήνες πριν. Τότε υπήρχε ακόμα μία άλφα ειλικρίνεια σε όλο αυτό το γαμημένο πρόγραμμα. Κι αυτό το καθιστούσε ακαταμάχητο. Αυτά μου λείπουν!

Για την ιστορία να σας πω ότι με μεγάλο μου ενδιαφέρον ανακάλυψα σχετικά πρόσφατα ότι το ελβετικό τραγούδι το έγραψε ένας Τούρκος μετανάστης, ο Αττίλας Σέρεφτουγκ, ο ίδιος που έγραψε το 1986 το “Pas Pour Moi” για την ίδια χώρα και κατετάγη δεύτερος. Θεωρώ ότι το “Pas Pour Moi” είναι καλύτερο τραγούδι και ότι το νικητήριο κέρδισε εξαιτίας της απίστευτης αυτοπεποίθησης και δυναμικής που διέπνεε η ερμηνεία της Σελίν Ντιόν, αλλά και επειδή κατά κάποιο τρόπο «του το χρώσταγαν». Δεν είναι δυνατόν να έχασε το Pas Pour Moi από το JAime La Vie το 1986! Ήμαρτον, δηλαδή! Ούτε τα προσχήματα!

Επίσης να πω ότι με χαλάει ο σνομπισμός με τον οποίο φέρθηκε η Σελίν Ντιόν στο τραγούδι αυτό κατά τη διάρκεια της καριέρας της. Δεν το συμπεριέλαβε ποτέ σε συναυλία της. Μόνο μια φορά το 2019 καταδέχτηκε να τραγουδήσει μισό στιχάκι σε μία συνέντευξη στην τηλεόραση κι αυτό με μισή καρδιά. Τι να κλάσει και το Ne Partez Pas Sans Moi μπροστά στα διεθνή σουξέ της, θα μου πεις. Συμφωνώ. Αλλά, τι θα πάθει κι αυτή η κακομοίρα αν το πει μια φορά να μας δώσει λίγη χαρά εν είδει νοσταλγίας; Τι της κοστίζει; Ορίστε, τώρα έπαθε αυτό που έπαθε και θα δυσκολευτεί να ξανατραγουδήσει όπως παλιά. Τι κατάλαβε; Πολύ λυπήθηκα για τη Ντιόν, πολύ λυπήθηκα γενικότερα που οδεύει κι αυτή η εποχή στο τέλος της. Αλλά, έτσι είναι οι ταλαντούχες. Έχουν παραξενιές. 



Σχόλια